ΕΡΓΟΔΟΤΗΣ
- ΒΔ.24/7/1920 άρ.1παρ.δ.2 «Δια της λέξεως εργοδότης, νοείται πας αρχηγός ή ιδιοκτήτης ή διευθυντής βιομηχανικής επιχειρήσεως ή βιοτεχνικής, εργοστασιάρχης, διευθυντής ή επιτετραμμένος πάσης επιχειρήσεως επί κέρδει, απλής ή εταιρικής, αρχηγός μεταλλευτικής ή μεταλλουργικής επιχειρήσεως ή λατομείου».
- ΑΝ.690/1945 «Πας εργοδότης, ή διευθυντής, ή επιτετραμμένος, ή με οποιονδήποτε τίτλο εκπρόσωπος οιασδήποτε επιχειρήσεως, εκμεταλλεύσεως ή εργασίας, μη καταβάλλων εμπρόθεσμα μισθούς ή πάσης φύσεως χορηγίες…..»
- ΑΝ. 539/1945 «Εργοδότης σημαίνει : Τον κύριο, διευθυντή, εντεταλμένο ή επιτετραμμένο υποκειμένης επιχειρήσεως».
- Ν. 3850/2010 «Κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο το οποίο συνδέεται με σχέση εργασίας με τον εργαζόμενο και έχει την ευθύνη για την για την επιχείρηση ή και την εκμετάλλευση».
- «Εργοδότης νοείται κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο ως και οι επιχειρήσεις κοινής ωφελείας, που χρησιμοποιούν την εργασία άλλων φυσικών προσώπων, δυνάμει συμβάσεως εργασίας ιδιωτικού δικαίου». Ολομ. Αρείου Πάγου 81/1977
Α.Π. : 289/2013 Ο.Ε. άτυπη.
ΕΡΓΟΔΟΤΗΣ :
- Στις ατομικές επιχειρήσεις, εργοδότης θεωρείται ο κύριος ή οι κύριοι της επιχειρήσεως.
- Στις ομόρρυθμες ή ετερόρρυθμες εταιρείες, οι διαχειριστές των παραπάνω εταιρειών ( που συνήθως είναι ο ομόρρυθμος εταίρος όπως θα αναφέρεται στο καταστατικό τους).
- Στις ανώνυμες εταιρείες, ο νόμιμος εκπρόσωπός της ή ο ρητά αναφερόμενος στο καταστατικό τους.(Συνήθως είναι ο Πρόεδρος του Δ.Σ. ή ο Διευθύνων Σύμβουλος).
- Στους Συνεταιρισμούς και τα Σωματεία, ο νόμιμος εκπρόσωπος ή ο ρητά αναφερόμενος στο καταστατικό τους (Συνήθως ο Πρόεδρος του ΔΣ).
- Στα Ιδιωτικά Νομικά Πρόσωπα, εκείνοι που ασκούν τη διοίκησή τους.
- Στα Νομικά Πρόσωπα Ξένων Χωρών που ασκούν επιχείρηση στη Χώρα μας, οι αντιπρόσωποι και γενικά οι εκπρόσωποί τους στην Ελλάδα. (Εγκύκλιος Υπ. Εργασίας α.π. 130186/1-2-1988 ).
ΕΡΓΑΣΙΑ
«Νοείται κάθε συνειδητή και ηθελημένη παραγωγική δραστηριότητα του ανθρώπου, η οποία θεωρείται ως τοιαύτη κατά την κρατούσα στις συναλλαγές αντίληψη». Ν. 4345/1964 άρ. 7
ΕΒΔΟΜΑΔΑ
«Από του μεσονυκτίου Κυριακής προς Δευτέρα, έως του μεσονυκτίου επομένης Κυριακής». Ν.1037/1971 άρ.1
«Η χρονική περίοδος επτά ημερών με έναρξη την 00.01ώρα της Δευτέρας και λήξη την 24.00 της επομένης Κυριακής.» ΠΔ.88/1999, άρθ.2 παρ.7 (Λοιπές έννοιες : Χρόνος εργασίας, Περίοδος ανάπαυσης, Νυκτερινή περίοδος, Εργαζόμενος τη νύκτα, Εργασία κατά βάρδιες, Εργαζόμενος σε βάρδιες),
« Από Δευτέρα ώρα 00.00 έως Κυριακή ώρα 24.00» Κανονισμός Ε.Ε.561/2006 άρθρο 4 παρ. θ
« η περίοδος από τη Δευτέρα ώρα 00.00, έως την Κυριακή, ώρα 24.00» ΠΔ. 167/2006 άρθρο 3ζ (Λοιπές έννοιες : χρόνος εργασίας, διαθεσιμότητα, θέση εργασίας, μετακινούμενος εργαζόμενος, νυκτερινή εργασία).
Το ΕΤΟΣ θεωρείται ότι έχει 365 ημέρες, 52 εβδομάδες ή 12 ίσους μήνες.
Ένας ίσος ΜΗΝΑΣ θεωρείται ότι έχει 30,4166 ημέρες (δηλ. 365:12). ΥΑ Ζ1 – 178/13-2-2001.
Ένας ίσος μήνας έχει (30,4166:7) 4,345 ΕΒΔΟΜΑΔΕΣ.
Για τους μισθωτούς, οι αμειβόμενες ημέρες του μήνα είναι 25 και της εβδομάδος είναι 6. Το ημερομίσθιο, εξευρίσκεται δια της διαιρέσεως του μισθού διά του 25. Οι εργάσιμες εβδομάδες του μήνα είναι (25:6) 4.1666
Ο μισθωτός που αμείβεται με ημερομίσθιο, λαμβάνει κάθε μήνα, τόσα ημερομίσθια, όσες και οι ημέρες που εργάσθηκε (υπολογιζομένης και της 6ης ημέρας της κάθε εβδομάδος επί πενθημέρου απασχολήσεως). Επίσης αμείβονται και για τις εξ (6) επίσημες αργίες του άρθ.2 ν. 3755/57
Ο μισθωτός που αμείβεται με μηνιαίο μισθό, δικαιούται κάθε μήνα το μισθό του για τις εργάσιμες ημέρες ενός εκάστου μηνός (Οι ημέρες δεν είναι σταθερές).
Για την αναγωγή του μηνιαίου μισθού σε ημερομίσθιο, διαιρείται ο μισθός δια 25 (ΥΑ. 8900/46, 21091/46, 25825/51, Ε.Γ.Σ.Σ.Ε. 1975 άρθ.5, Α.Π. 1741/84, Α.Π. 1117/07).
Για την αναγωγή του ημερομισθίου σε μισθό, πολλαπλασιάζουμε το ημερομίσθιο επί 26 (365 ημέρες έτους μείον 52 Κυριακές = 313 εργάσιμες ημέρες : 12 μήνες = 26 ημέρες κάθε μήνα). Δ.Ε.Ν. έτους 2007, σελ.1261
Οι ημερομίσθιοι, κάθε εβδομάδα και ανεξαρτήτως απασχολήσεως επί πενθήμερο ή εξαήμερο (40ωρο), δικαιούνται έξ (6) ημερομίσθια.
Ε Ξ Η Ρ Τ Η Μ Ε Ν Η Σ Χ Ε Σ Η Ε Ρ Γ Α Σ Ι Α Σ
«Υφίσταται όταν, κατά τους όρους της σχετικής συμφωνίας, οι συμβαλλόμενοι αποβλέπουν στην παροχή της συμφωνηθείσης εργασίας του μισθωτού, οι δε παρεχόμενες από τον συμβληθέντα εργοδότη οδηγίες ως προς τον τρόπο-τόπο-χρόνο της παροχής της είναι δεσμευτικές για τον εργαζόμενο, ο οποίος είναι υποχρεωμένος να τις ακολουθεί και να δέχεται την άσκηση ελέγχου για τη διαπίστωση της συμμορφώσεως του προς αυτές και της επιμελούς γενικά εκτελέσεως της εργασίας».
ΑΚ.648,652, Ν.765/1943 άρ.6, Ολομ. Αρείου Πάγου 19/1987, 28/2005
Μ Ι Σ Θ Ω Σ Η Σ Ε Ρ Γ Ο Υ
« Υπάρχει όταν, οι συμβαλλόμενοι αποβλέπουν στην επίτευξη του συμφωνηθέντος τελικού αποτελέσματος, η πραγματοποίηση του οποίου επιφέρει την αυτόματη λύση της σχέσεώς τους». Δ.Ε.Ν. 33 (σελ.638/1977)
« Η συμφωνία μεταξύ εργοδότη και απασχολούμενου για παροχή υπηρεσιών ή έργου για ορισμένο ή αόριστο χρόνο, ιδίως στις περιπτώσεις αμοιβής κατά μονάδα εργασίας (φασόν), τηλεργασίας, κατ΄ οίκον απασχόλησης, τεκμαίρεται ότι υποκρύπτει σύμβαση εξηρτημένης εργασίας, εφ΄ όσον η εργασία παρέχεται αυτοπροσώπως, αποκλειστικά ή κατά κύριο λόγο στον ίδιο εργοδότη για εννέα συνεχείς μήνες. Άρ.1 ν.3846/2010
Μαχητό τεκμήριο. Αρείου Πάγου 964/2007 ΔΕΝ σελ.579/2010
Α Ν Ε Ξ Α Ρ Τ Η Τ Ω Ν Υ Π Η Ρ Ε Σ Ι Ω Ν
« Υπάρχει όταν αυτός που παρέχει την εργασία του, δεν υποβάλλεται στον έλεγχο και την εποπτεία του εργοδότη προς διαπίστωση της συμμορφώσεώς του στις οδηγίες εκείνου, όσον αφορά τον τρόπο-τόπο-χρόνο παροχής της εργασίας του».
Δ.Ε.Ν. 34 (σελ. 10/1978)
ΑΛΛΕΣ ΠΕΡΙΠΤΩΣΕΙΣ
1] Σύμβαση Μαθητείας η οποία διακρίνεται σε :
α] Γνήσια Σύμβαση Μαθητείας
β] Σύμβαση Εξηρτημένης Εργασίας Μαθητευομένου
Δ.Ε.Ν.: [Μελέτη Χ. ΓΚΟΥΤΟΥ] 1993 σελ.1105-1112, ΑΠ.1592/09 σελ.453/10,1676/11 σελ.921/12
2] Σχέση Εθελοντικής Εργασίας : [Μελέτη Χ.ΓΚΟΥΤΟΥ] 2008 σελ.337-345, Δικαστικές αποφάσεις σελ.1099/01,548/08,740/10,1355/12
Ι Δ Ι Ω Τ Ι Κ Ο Σ Υ Π Α Λ Λ Η Λ Ο Σ
« Ιδιωτικός υπάλληλος, κατά την έννοια του παρόντος νόμου, θεωρείται παν πρόσωπο κατά κύριο επάγγελμα απασχολούμενο επ΄ αντιμισθία, ανεξαρτήτως τρόπου πληρωμής, σε υπηρεσία ιδιωτικού καταστήματος, γραφείου ή εν γένει επιχειρήσεως ή οιασδήποτε εργασίας και παρέχον εργασία αποκλειστικώς ή κατά κύριο χαρακτήρα μη σωματική.
Δεν θεωρούνται ιδιωτικοί υπάλληλοι οι υπηρέται πάσης κατηγορίας, καθώς και παν πρόσωπο, το οποίο χρησιμοποιείται εν τη παραγωγή αμέσως ως βιομηχανικός, βιοτεχνικός, μεταλλευτικός, ή γεωργικός εργάτης ή ως βοηθός ή μαθητευόμενος των εν λόγω κατηγοριών ή παρέχει υπηρετικάς εν γένει υπηρεσίας».
ΝΔ. 2655/1953 άρ.1
Κατά τη νομολογία, τα στοιχεία τα οποία διακρίνουν τον ιδιωτικό υπάλληλο από τον εργάτη, είναι:
« η εξειδιασμένη εμπειρία, η θεωρητική μόρφωση, η επίδειξη πρωτοβουλίας και η ανάληψη ευθύνης κατά την εκτέλεση της εργασίας».
Α.Π. 1479/1995, 1481/1995, 1415/1995 1183 1993, 385/1994, 744/1993
Ολομ. Α.Π. 295/1969, Δ.Ε.Ν. σελ. 67/2001 (Γ. ΛΕΒΕΝΤΗ)
Μ Ε Τ Α Β Ι Β Α Σ Η Ε Π Ι Χ Ε Ι Ρ Η Σ Ε Ω Ν
«Θεωρείται η μεταβίβαση μιας οικονομικής ενότητας που διατηρεί την ταυτότητά της, η οποία νοείται ως οργανωμένο σύνολο πόρων με σκοπό την άσκηση κυρίας ή δευτερευούσης οικονομικής δραστηριότητος».
Ν. 2112/1920 άρ.6, Ν. 3514/1928 άρ.8, ΠΔ. 178/2002, Οδηγία Ε.Κ.98/50
Για τη μεταβίβαση απαιτείται να πληρούνται:
Η μεταβιβαζόμενη μονάδα θα πρέπει και μετά τη μεταβίβαση να διατηρεί την ταυτότητά της.
Ως προς τη μονάδα αυτή θα πρέπει να μεταβάλλεται ο φορέας της. Να υπάρχει αλλαγή του υπευθύνου για την εκμετάλλευση της επιχειρήσεως φυσικού ή νομικού προσώπου, χωρίς να έχει σημασία αν μεταβιβάζεται η κυριότητα της επιχειρήσεως.
Δ. ΖΕΡΔΕΛΗ Δ.ΕΝ. σελ. 1169/2009
ΒΛΑΠΤΙΚΗ ΜΕΤΑΒΟΛΗ
Βλαπτική μεταβολή, κατά την έννοια της νομολογίας και θεωρίας, είναι κάθε τροποποίηση των όρων της ατομικής συμβάσεως που προκαλεί στον εργαζόμενο άμεση ή έμμεση υλική ή ηθική ζημία. Δ.Ε.Ν. σελίδα 660/1996
Ν. 2112/1920 άρθρο 7
«Πάσα μονομερής μεταβολή των όρων της υπαλληλικής συμβάσεως, βλάπτουσα τον υπάλληλο, θεωρείται ως καταγγελία τοιαύτης, δι ην ισχύουσιν οι διατάξεις του παρόντος νόμου».
Η Βλαπτική μεταβολή, δεν επιφέρει αυτοδικαίως τη λύση της συμβάσεως, ούτε υποχρεώνει τον εργαζόμενο να την αποδεχθεί ή να αποχωρήσει από την υπηρεσία του, αλλά, εάν μεν η σύμβαση είναι αορίστου χρόνου, μπορεί να θεωρήσει κατά το άρθρο 7 του ν. 2112/1920 ως καταγγελία της συμβάσεως εκ μέρους του εργοδότη και να ζητήσει την προβλεπόμενη αποζημίωση, εάν δε είναι σύμβαση ορισμένου χρόνου, παρέχεται η δυνατότητα να καταγγείλει τη σύμβαση κατ΄ άρθρο 672 Α. Κ. για σπουδαίο λόγο και να ζητήσει αποζημίωση, που συνιστάται στους μισθούς έως της λήξεως της συμβάσεως. (Α.Π. 94/1995)
«Μόνη όμως η καθυστέρηση καταβολής του μισθού δε συνιστά βλαπτική μεταβολή των όρων της εργασιακής συμβάσεως εκτός εάν γίνεται δολίως και δή για να εξαναγκασθεί ο μισθωτός σε αποχώρηση από την εργασία του». Α.Π. 1203/1998, 1686/2007
ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ ΒΛΑΠΤΙΚΗΣ ΜΕΤΑΒΟΛΗΣ
- Ο εργαζόμενος έχει δικαίωμα να εμμείνει στην αρχική σύμβαση εργασίας και να συνεχίσει να προσφέρει την εργασία του υπό τους προγενέστερους όρους. Στην περίπτωση αυτή, αν ο εργοδότης δεν αποδέχεται την εργασία του μισθωτού, καθίσταται υπερήμερος σύμφωνα με τις γενικές διατάξεις ( 349.., 656 Α.Κ.) ή
- Ο εργαζόμενος, σύμφωνα με το άρθρο 7 ν. 2112/1920, έχει δικαίωμα να θεωρήσει τη μονομερή βλαπτική μεταβολή των όρων εργασίας ως καταγγελία της συμβάσεως εκ μέρους του εργοδότη και να αποχωρήσει από την εργασία, εισπράττοντας τη νόμιμη αποζημίωση.
Η ρητή ή σιωπηρή αποδοχή της βλαπτικής μεταβολής των όρων εργασίας από τον εργαζόμενο, τροποποιεί την αρχική σύμβαση εργασίας.
EΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑ: Ευάγγελος Κ. Καραγιάννης
Προϊστάμενος Τμήματος Κοινωνικής Επιθεώρησης Ν. Ηρακλείου του Σ.ΕΠ.Ε.
Ε Ρ Γ Α Τ Ι Κ Η Ν Ο Μ Ο Θ Ε Σ Ι Α
Κάθε πολιτειακή ρύθμιση των όρων εργασίας. Δηλ. Νόμος, Προεδρικό Διάταγμα, Υπουργική απόφαση, Κανονισμός Εργασίας κ.λ.π.
Α Σ Φ Α Λ Ι Σ Τ Ι Κ Η Ν Ο Μ Ο Θ Ε Σ Ι Α
Κάθε πολιτειακή ρύθμιση της κοινωνικής ασφάλισης.
(ΛΕΒΕΝΤΗ Εργατική Νομοθεσία τόμος Α Συνδικαλιστικό Δίκαιο σελ. 80)